Βάσος Κουτσογιαννόπουλος

Βάσος Κουτσογιαννόπουλος
????????????????????????????????????

                        (ένας εκλεκτός  Πακιώτης)         

                                 1929 – 2020






Γράφει ο Κώστας Πραχάλης
                  


    Θέλω να αποχαιρετήσω το Βάσο όχι ως φίλος, όσο κι αν χρόνια τώρα με τίμησε με τη φιλία του, αλλά ως ομοχώριός του, ως Πακιώτης.
Και το θέλω με την αντίληψη ότι μ’ αυτόν τον αποχαιρετισμό εκφράζω το κοινό αίσθημα ολόκληρου του χωριού, που πολύ το αγαπούσε.
     Δε θα κάνω δε εκτενή αναφορά στα βιογραφικά και οικογενειακά του στοιχεία, όπως συνηθίζεται στις νεκρολογίες. Είναι γνωστό σε όλους πόσο καταξιωμένος ήταν κοινωνικά ο Βάσος, πόσο ευτυχής οικογενειακά, αλλά και πόσο ποιοτικός άνθρωπος με ευγενική παρουσία και καλλιεργημένη προσωπικότητα.   
    Θα πω μόνο κάποια λίγα, αλλά σημαντικά νομίζω από τη ζωή του, που οι πολλοί -οι νεότεροι κυρίως- δεν θα τα γνωρίζουν και που ίσως δεν θα υπάρξει άλλη ευκαιρία να κοινοποιηθούν.
  Το πρώτο έχει να κάνει με το παιδικό του βίωμα από την αντιστασιακή δράση στη Γερμανική κατοχή του αδερφού του, τού ηρωικού σαμποτέρ, Αντώνη Κουτσογιαννόπουλου.
    Τον Αύγουστο του’41 , δώδεκα ετών τότε ο Βάσος, γίνεται συνεργός του στο γνωστό σαμποτάζ της Ελιάς, όπου ο Αντώνης τον παίρνει μαζί του για «άλλοθι», να φαίνεται ότι πάνε για δουλειά στο κτήμα τους στην Αμερίτα (πριν μπούμε στην Ελιά πηγαίνοντας από τα Πάκια). Ο Βάσος μένει στο χωράφι με τ’άλογα  κι ο Αντώνης βάζει τη βόμβα και ανατινάζει τα 700 βαρέλια με καύσιμα μαχητικών αεροσκαφών των Γερμανών, που ήταν στοιβαγμένα στο λιμάνι της Ελιάς. Σε τι κίνδυνο είχε μπει τότε το δωδεκάχρονο παιδί ο Βάσος, 500 μέτρα μακριά από το σαμποτάζ, πολύ αργότερα μεγαλώνοντας θα το συνειδητοποιήσει, όπως ο ίδιος μού είχε διηγηθεί. Όπως μεγα-λώνοντας θα συνειδητοποιήσει και το ανεξίτηλο σημάδι που άφησε στην παιδική του ψυχή, το γεγονός της εκτέλεσης τού Αντώνη το Νοέμβρη του ’42, από τα στρατεύματα κατοχής στο νεκροταφείο της Κοκκινιάς του Πειραιά.
   Παιδικές εμπειρίες πικρές και σκληρές.
   Το ίδιο και η εφηβική του  ζωή.
Το Μάιο τού 1948, μαθητής της τελευταίας τάξης Γυμνασίου των Αθηνών πηγαίνει για δυο χρόνια εξορία στην Ικαρία και τη Μακρόνησο.
     Επιστρέφει στην Αθήνα το 1950, δεν τον δέχεται ο Γυμνασιάρχης στις απολυτήριες εξετάσεις, κι ο νεαρός Βάσος , που έχει χάσει με την εξορία δυο σχολικά έτη, πηγαίνει μόνος του να παρουσιαστεί στον Υπουργό Παιδείας.  Συγκινούνται τελικώς στο Υπουργείο από την περιπέτειά του, και με ειδική εντολή παίρνει μέρος στις εξετάσεις και αποκτά το απολυτήριο του Γυμνασίου. 
      Στη συνέχεια φοιτητής και πτυχιούχος της Ανωτάτης Εμπορικής και αργότερα στέλεχος μιας από τις μεγαλύτερες φαρμακευτικές εταιρείες,  με πολύ επιτυχημένη σταδιοδρομία.
     Άφησα τελευταία τη συγγραφική – λογοτεχνική δραστηριότητα του Βάσου, με μια πολύ σύντομη, περιληπτική αναφορά :
 Άρχισε να γράφει μετά τη συνταξιοδότησή του, έχει στο ενεργητικό του  ποιητικές συλλογές (μια πρόσφατη δεν πρόφτασε να την εκδώσει) και ένα βιβλίο αφηγηματικού περιεχομένου. Ανήκε σε λογοτεχνικό κύκλο της Αθήνας καιεφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας της πρωτεύουσας έχουν αφιερώσει εκτενείς κριτικές στο Βάσο Κουτσογιαννόπουλο.
Τα έχω διαβάσει όλα αυτά και η φράση κάθε φορά «κατάγεται από τα Πάκια -Λακωνίας», μ’έκανε να νιώθω πραγματικά περήφανος.
      Αντίο λοιπόν μπαρμπα- Βάσο. Έτσι ήθελες να σε λέμε, έτσι μου υπέγραφες και τα βιβλία σου.
  Και επειδή ξέρω, πώς θα ήθελες να τελειώσω αυτή την τελευταία μας “συνομιλία”, αυτό θα κάνω. Έτσι, σαν να κουβεντιάζουμε στο μεγάλο τραπέζι τού καθιστικού σας, με τα φιλόξενα κεράσματα τής κυρα- Βάσως και τις ατέλειωτες συζητήσεις μας, πότε για πράγματα σοβαρά και πότε για τα παλιά Πακιώτικα, που τόσο όμορφα και τόσο αυθεντικά ήξερες να διηγείσαι.
  Θα κλείσω λοιπόν, με κείνο το αγαπημένο σου τρίστιχο κι είναι σαν να σ’ακούω να το λες:
Καμιά φιλοδοξία ή ματαιοδοξία. 
Μονάχα το αεράκι της ψυχής.
Χωρίς αυτό, δε ζούμε.
 

           

                       

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *